Τσίπουρο, το γνήσιο ελληνικό απόσταγμα με ιστορία και παράδοση χρόνων, σήμα
κατατεθέν της ελληνικής φιλοξενίας και εγκαρδιότητας.
Είναι το ποτό που, με τη μεστή του γεύση συντροφεύει τις καθημερινές ή ιδιαίτερες
στιγμές μας, ενώνει την παρέα γύρω από ένα τραπέζι με λιχουδιές, χαλαρώνει το
πνεύμα και ζεσταίνει την καρδιά.
Το τσίπουρο είναι το αποτέλεσμα της απόσταξης των αλκοολικά ζυμωμένων
στεμφύλων (φλοιών του σταφυλιού) που παραμένουν εμβαπτισμένα μέσα στον οίνο τους,
μέχρι τη στιγμή της απόσταξης. Αποστάγματα στεμφύλων σταφυλιού υπάρχουν και σε
άλλες χώρες της Μεσογείου, όπως η grappa στην Ιταλία, το eau-de-vie de marc στη Γαλλία και
το orujo στην Ισπανία.
Η ιστορία
Τσίπουρο. Ένα παραδοσιακό ποτό της Ελληνικής υπαίθρου.
Για αιώνες, αποτελούσε το δευτερεύον προϊόν της αμπελοκαλλιέργειας και της
οικιακής παραγωγής κρασιού. Ήταν αυτό
που θα λέγαμε ο ‘’φτωχός συγγενής του κρασιού’’ και ήταν πάντα συνυφασμένο με
την ζωή του μέσου Έλληνα .
Το τσίπουρο ήταν παρόν στις καθημερινές του στιγμές των ανθρώπων της υπαίθρου, στις χαρές αλλά
και τις λύπες και έγινε σήμα κατατεθέν της φιλοξενίας και της πιο
χαρακτηριστικής ελληνικής της έκφρασης, του κεράσματος.
Η πρώτη αναφορά σε απόσταγμα στεμφύλων γίνεται στην Αρχαία Ελλάδα κατά τη
διάρκεια των Ελληνιστικών χρονών, όπου γίνεται λόγος για ένα ποτό, το «τρίμμα»
το οποίο παρασκευαζόταν από το βράσιμο ( απόσταξη) φλοιών σταφυλιού.
Η τέχνη της απόσταξης εξελίσσεται και αναπτύσσεται, κατά τους Βυζαντινούς
χρόνους, στις μονές του Αγίου Όρους, στη χερσόνησο του Άθω.
Και είναι οι μοναχοί του Αγίου Όρους, που μυούν τους μοναχούς των Μετεώρων
στα μυστικά της απόσταξης, σε μια περιοχή όπου η αμπελοκαλλιέργεια μαρτυρείται από την Παλαιολιθική Εποχή.
Αρχαιολογικές ανασκαφές στο προϊστορικό σπήλαιο της Θεόπετρας έφεραν στο
φως και κουκούτσια σταφυλιού.
Ως τον 15ο αιώνα, η τέχνη της απόσταξης του τσίπουρου ταξιδεύει και στις
γύρω περιοχές. Στην Ήπειρο, τη Μακεδονία, την υπόλοιπη Θεσσαλία, αλλά και στην
Κρήτη καθώς και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας.
Για πολλούς αιώνες το τσίπουρο παραγόταν ερασιτεχνικά από τους χωρικούς, ως
ένα μέσο αξιοποίησης των στεμφύλων, τα οποία διαφορετικά θα απορρίπτονταν. Επιτρεπόταν
μικρή εμπορία μέσα στο νομό παραγωγής του και στους όμορους νομούς, πάντα σε
χύμα μορφή, αφού κάθε είδους τυποποίηση ήταν απαγορευμένη, με σκοπό την
ενίσχυση του εισοδήματος των αγροτών και των κατοίκων των παραμεθόριων
περιοχών.
Το 1883, το επίσημο Ελληνικό κράτος θεσπίζει τον πρώτο νόμο για την
φορολόγηση της αλκοόλης και το 1896 δίνονται οι πρώτες επίσημες άδειες για την
παραγωγή αποστάγματος στέμφυλων.
Το 1989, με την αντίστοιχη θέσπιση της Εθνικής και Ευρωπαϊκής νομοθεσίας
για τα αποστάγματα (Ν. 1802/1988 και Καν. 1576/1989), επιτρέπεται η παραγωγή
και εμφιάλωση τσίπουρου από επίσημες αποσταγματοποιίες.
Η παραπάνω νομοθετική μετατροπή σήμανε και την τεράστια στροφή στην
ποιοτική εξέλιξη του τσίπουρου. Συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη «αποστακτικής» κουλτούρας και
στην άνθιση της βιομηχανικής παραγωγής του. Έτσι, άλλαξε θεαματικά το προφίλ
του ποτού, το οποίο σήμερα θεωρείται ισάξιο των υπόλοιπων διεθνών αποσταγμάτων.
Με την τελευταία αναθεώρηση του κανονισμού για τα αλκοολούχα στην Ε.Ε.
(Κανονισμός 110/2008), το τσίπουρο κατοχυρώθηκε ως προϊόν αποκλειστικά ελληνικό
που παράγεται από σταφύλια που καλλιεργούνται στην ελληνική γη και αποστάζονται
εντός της χώρας.
Το τσίπουρο
Θεσσαλίας
Η Θεσσαλία αποτελεί την πατρίδα του τσίπουρου με μακρά ιστορική παράδοση
και την περιοχή με τη μεγαλύτερη παραγωγή τσίπουρου στη χώρα. Το τσίπουρο με
γεωγραφική ένδειξη «Θεσσαλίας» αποτελεί ένα αναγνωρισμένο προϊόν από την Ε.Ε με
ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. Το Τσίπουρο Θεσσαλίας Τσιλιλή είναι το
πρώτο που εμφιαλώθηκε στη Θεσσαλία.
Tο τσίπουρο
Θεσσαλίας παράγεται από σταφύλια που καλλιεργούνται στην Ελλάδα και
αποστάζονται σε επίσημα αποστακτήρια εντός του γεωγραφικού διαμερίσματος. Τα
καλά ωριμασμένα σταφύλια από αρωματικές ποικιλίες, όπως το Μοσχάτο Αμβούργου
και ο Ροδίτης, σε συνδυασμό με τη διπλή ή πολλαπλή απόσταξη σε ασυνεχείς
αποστακτήρες δίνουν ένα απόσταγμα με έντονο αρωματικό προφίλ, γεμάτο σώμα και
μαλακό τελείωμα.
Παράδοση της περιοχής αποτελούσε ο αρωματισμός του τσίπουρου με γλυκάνισο
και μάραθο, αν και οι σύγχρονοι καταναλωτές δείχνουν μεγαλύτερη προτίμηση,
πλέον, στο μη αρωματισμένο τοπικό τσίπουρο .